Τον Ιούλιο του 2016 στo San Fermines, τη μεγαλύτερη γιορτή της χώρας που γίνεται στην Παμπλόνα (Ναβάρα, το βάσκικο κομμάτι), πέντε τσογλάνια (ένας μπάτσος κι ένας στρατιωτικός) βίασαν μια κοπέλα 18 χρονών ομαδικά, το έγραψαν σε βίντεο και το έστειλαν με γουατσάπ σ’ένα γκρουπ ομαδικό με φίλους τους που αυτοονομάζονταν η “Αγέλη”. Μετά της πήραν το κινητό για να μην ειδοποιήσει κανένα, την παράτησαν σε μια είσοδο και συνέχισαν το πάρτι. Απ’την αρχή αυτή η υπόθεση ξεσήκωσε πάθη γιατί οι βιαστές υποστήριζαν ότι δεν την υποχρέωσαν, ότι δεν αντιστάθηκε. Το βίντεο είναι αηδιαστικό…
Στα στοιχεία εναντίον της ένας δικηγόρος των κατηγορούμενων χρησιμοποίησε ιδιωτικό ντετέκτιβ που την παρακολούθησε για κάποιες εβδομάδες μετά και παρουσίασε στο δικαστήριο εικόνες που έδειχναν ότι έκανε κανονική ζωή μήνες μετά το βιασμό!!!!! Το ότι δηλαδή δεν τρελάθηκε ή δεν κλείστηκε σπίτι είναι απόδειξη εναντίον της…
Την Πέμπτη (26 Αρπίλη 2018) βγήκε η απόφαση και το τριμελές δικαστήριο της Παμπλόνα αντί για 22 και 26 χρόνια που ζητούσαν ο εισαγγελέας και η δικηγόρος της κοπέλας για ομαδικό βιασμό, τους καταδίκασαν σε 9 χρόνια για σεξουαλική κακοποίηση γιατί θεωρούν ότι δεν υπήρξε βία απ’την πλευρά τους. Ο ένας μάλιστα ζήτησε την αθώωση γιατί κατά τη γνώμη του, η κοπέλα στο βίντεο δεν αντιστάθηκε αρκετά και οι ήχοι που έβγαζε ήταν ηδονής!!!!
Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους αυθόρμητα. ‘Οχι μόνο γυναίκες. Πόνεσε και αηδίασε πολύ κόσμο. Νομίζαμε κιόλας ότι κάποια πράγματα ήταν κεκτημένα. Αλλά τελικά, πρέπει να σε σκοτώσουν ή σχεδόν για να αποδειχτεί η βία σ’ ένα βιασμό.
Τα πανό λένε: Η αγέλη είμαστε εμείς, Αδερφή μου εγώ σε πιστεύω, Μέχρι να με σκοτώσουν δεν θα με πιστέψετε, Ο φόβος θα αλλάξει μεριά, Ανυποταξία και ανυπακοή ενάντια στη βία τους….
Κι ένα κείμενο που γράφτηκε ύστερα από την έκδοση της δικαστικής απόφασης:
Χθες η άδικη δικαιοσύνη έβγαλε μια απόφαση για το μπάσταρδο σώμα των βιασμένων γυναικών, των βιασμένων παιδιών, των δολοφονημένων γυναικών και παιδιών, όλων εκείνων που δεν υπάρχουμε παρά μόνο για να σας δίνουμε ηδονή, για να γεννάμε και να αναπαραγόμαστε, για να δουλεύουμε σαν μουλάρια, για να αδυνατίζουμε ως το άπειρο, για να μη γερνάμε, για να το βουλώνουμε, για να μας δέρνετε, για να μας λέτε να μη σας σηκώνουμε τη φωνή, να μην ουρλιάζουμε, να μην επαναστατούμε, να μην μαχόμαστε, να γυρνάμε και το άλλο μάγουλο… αλλά πάντα το ίδιο μάγουλο. Το δικό μας.
Χθες κάτι δικαστές είπαν πως το να μας βιάζουν πέντε τύποι πεταμένες όπου να ναι, δεν είναι ένας βιασμός, αλλά είναι κάτι άλλο. Μας είπαν πως αυτό είναι η δικαιοσύνη γιατί υπάρχει ένας ποινικός κώδικας, με πολλά νούμερα και πολύ λίγη ψυχή, που το υπαγορεύει. Και να το βουλώσουμε, και να πούμε κι ευχαριστώ, και να γυρίσουμε σπίτι μας για να περιμένουμε την επόμενη φορά, το επόμενο όπου να ναι, την επόμενη αγέλη.
Όμως εμείς είμαστε ανυπότακτες. Γεμάτες ελπίδα και λύσσα.
Σήμερα σας μιλάω ως ένα βιασμένο κορμί, που επίσης είμαι, και φέρνω μαζί μου την πληγωμένη μνήμη όλων των αδερφών μου, των βιασμένων στα σύνορα, βιασμένων στις φυλακές, βιασμένων στα τρελοκομεία, βιασμένων στους πολέμους, βιασμένων στους γάμους, βιασμένων στους χωρισμούς, βιασμένων από τα αφεντικά τους, τους ιδιοκτήτες τους, τους ξάδερφούς τους, τους παπούδες τους, τους πατεράδες τους, τους γείτονές τους.
Φέρνω μαζί μου, καταχωρημένους μέσα στο πόνο μου, όλους τους πόνους που διαπερνούν το δικό μου, όχι επειδή ο μοιρασμένος πόνος είναι μισός, αλλά επειδή πρέπει να μεταφέρουμε η μια στην άλλη τη δύναμη της γνώσης ότι ποτέ δεν ήταν δικό μας το φταίξιμο και ότι ποτέ δεν θα είμαστε μόνες μας.
Φέρνω μαζί μου τον πόνο όλων αυτών των κορμιών, των βιασμένων όπως το δικό μου, και φέρνω τη μνήμη των βιασμένων γυναικών από άτομα της φυλής μου, των σκλαβωμένων από γυναίκες το ίδιο λευκές όπως εγώ και φέρνω την ανυπότακτη οργή της αηδίας για το ότι ανήκω κι εγώ σ’ αυτό τον κόσμο της δυστυχίας, της βίας, του πολέμου και της σκληρότητας.
Σήμερα έρχομαι εδώ θέλοντας να ξεσκίσω το δέρμα μου και ν’αφήσω την πληγή, να κλάψω μαζί σας όλες τις θλίψεις που κουβαλάμε, έρχομαι με την ανυπότακτη ιδέα του ότι είμαστε μπάσταρδες, δεν ανήκουμε σε καμιά φυλή, και να σας πω, αδερφές μου, πως δεν είμαστε μόνες μας και πως αυτή η βία δεν είναι δικιά μας.
Εμένα με νάρκωσαν για να με βιάσουν τρία άτομα και άργησα 20 χρόνια να το πω. 20 χρόνια, που ζούσα τη ζωή μου με το φόβο του να κοιτάξω προς τα εκεί, με το φόβο του να θυμηθώ, με το φόβο του στίγματος, με το φόβο του τραύματος. Και ξέρετε κάτι; Δεν έχω κανένα τραύμα. Να πάνε να γαμηθούν! Διείσδυσαν το ναρκωμένο μου σώμα, αλλά η ψυχή μου έμεινε ανέγγιχτη. Και τώρα που ξεκίνησα να μιλάω, δεν θα ξανασιωπήσω ποτέ. Το διηγούμαι με το κεφάλι ψηλά, το διηγούμαι πάνω σ’ένα σκηνικό, το ουρλιάζω αν χρειαστεί, γιατί ξέρω πως ανάμεσα σ’εσάς που με κοιτάζετε υπάρχουν πολλά κορμιά βιασμένα σαν το δικό μου.
Το λέω για όλες και προς όλες εσάς: δεν είμαστε μόνες μας. Και επειδή ξέρω ότι, και εδώ, με ακούτε οι βιαστές, αυτοί που μας παρενοχλείτε στους δρόμους, αυτοί που μας κακοποιείτε πίσω από τις κλειστές πόρτες της ιδιωτικότητας. Είσαστε παντού. Ζείτε ανάμεσά μας. Αλλά σήμερα, εδώ, θέλω να σας πω πως η κόλαση είναι δικιά σας, πως έχουμε πίσω μας αιώνες αντίστασης, αιώνες επιβίωσης εμείς που μείναμε ζωντανές για να το διηγηθούμε, που κρατάμε το κεφάλι ψηλά και τη μνήμη των νεκρών μας χαραγμένη στο δέρμα, εμείς που κάνουμε μια συμμαχία τεράτων, μουσάτων γυναικών, τρελαμένων, αλλόκοτων φρικιών, μονόκερων, φύλων που διαχέονται και συχγέονται, ανθρώπων που θέλουμε να ξεσκίσουμε το δέρμα μας και να αφήσουμε την πληγή, για να ξεραθεί στον ήλιο.
Γιατί η βία είναι δικιά σας, αλλά την πληγή και τη γιατρειά της ποτέ δεν θα μπορέσετε να μας την αρπάξετε…
φωτό από τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το δικαστήριο